12 Ιούν Ομιλία κ. Σκουρολιάκου Μαρίας – 33οι Πανελλήνιοι Ποιητικοί Αγώνες Δελφών 2018
Κύριε Πρόεδρε της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών, ευχαριστώ για την μεγάλη τιμή, να μπορώ ως πρόεδρος της επιτροπής των αγώνων, να καταθέσω λίγα λόγια σήμερα, εδώ, στον ιερότερο τόπο του κόσμου. Στον ομφαλό της γης ενός λαού που από το αρχαίο χάος έφτασε και δίδαξε την αξιακή συγκρότηση.
Εκλεκτοί προσκεκλημένοι, αγαπητοί διαγωνιζόμενοι, κυρίες και κύριοι,
Στο όνομα της ποίησης στάλθηκαν κι εφέτος για τους Δελφικούς αγώνες της ΠΕΛ πάρα πολλά ποιήματα. Όπου σε μια λευκή σελίδα άδειασαν το αίμα τους οι καρδιές.
Διαδρομές, εσωτερικοί μονόλογοι, η συνείδηση, η ελευθερία, η Ελλάδα, η μάνα, ο έρωτας, η απόγνωση, η μοναξιά, οι νέοι που έγιναν πεδίο βολής, η ελπίδα, η φωτιά και η στάχτη, η φύση και η Ιστορία, το όνειρο, η ενοχή κι η αθωότητα, ο πόλεμος, ο πόνος, ότι συνθέτει αυτό το τραγικό πλάσμα που είναι ο άνθρωπος. Ξεχώρισαν κι έφτασαν στην τελική κρίση όσα ακούσαμε σήμερα από τους δημιουργούς τους και μας ενεχυριάζουν μεγάλη ευθύνη, αφού ο ποιητής αποτελεί τη φωνή του συνειδότος όλων μας. Η κριτική επιτροπή μελέτησε τα ποιήματα με σεβασμό, γνωρίζοντας πως η ποίηση μέσα από όλους τους ορισμούς της, είναι ωδίνες λέξεων. Είναι αποστάγματα ψυχής, συναισθημάτων, ομορφιάς. Η αξιολόγηση δεν είναι εύκολη γιατί τα ποιήματα είναι μικροί κήποι. Με τα λουλούδια μα και τ’ αγκάθια τους και τ’ αγριόχορτα και το σημαντικό είναι να φεύγει σιγά σιγά κάθε ξένο σώμα για φτάσει κανείς στο ΠΟΙΗΜΑ.
Οι παράμετροι οι οποίες καθιστούν ένα κείμενο «ποιητικό» κουβαλούν φορτίο συνδηλώσεων και συχνά δεν είναι εύκολος ο διαχωρισμός. Το νόημα και οι ιδέες επικυρώνονται από τον ήχο -φθόγγους και ρυθμό-και τον ακριβή συσχετισμό των λέξεων. Το κυρίαρχο είναι η γλώσσα που πολλές φορές δημιουργεί μια άλλη γλώσσα μέσα στο ποίημα, ανασταίνει τον τετριμμένο λόγο και χωρίς υπερχείλιση του συναισθήματος συμπυκνώνει το νόημα, το απαλλάσσει από τα περιττά και χρησιμοποιεί την αμφισημία, τη μεταφορά.
Στο διαγωνισμό όλα τα κριτήρια εφαρμόστηκαν με πολλή επιείκεια. Θέλω να πω ότι σε κάθε κείμενο που γράφουμε ή στέλνουμε, θα πρέπει να βάζουμε τον πήχη πολύ ψηλά. Να γινόμαστε οι ίδιοι κριτές. Να μην συγχωρούμε στον εαυτό μας ορθογραφικά και φραστικά λάθη, επανάληψη λέξεων. Να το διαβάζουμε δυνατά το ποίημα, για να το ακούσουμε διαπιστώνοντας οι ίδιοι τη μουσικότητα, το μέτρο που δονεί το στίχο, τα γλωσσικά και λεκτικά εμπόδια.
Σ’ όλα τα ποιήματα υπάρχει έμπνευση. Δεν φτάνει. Το ποίημα γεννιέται πολύ μετά. Φεύγοντας από εδώ ή όπου συμμετέχουμε, κρατώντας ένα βραβείο, ένα έπαινο, μια διάκριση είναι καταλυτικό να μην νιώθουμε ΠΟΙΗΤΕΣ. Αυτός είναι ο θεμελιώδης κανόνας για το δημιουργό. Ο δημιουργός έχει την ευλογία να πιάνει τα’ αόρατα και το χρέος να τα κάνει ορατά στους ανθρώπους. Για αυτό πρέπει με πολλή αγάπη και σεβασμό να χτίζει ένα έργο. Γιατί όπως ένα παιδί, του δίνει σάρκα και οστά να το φέρει στο φως. Και πρέπει να εργαστεί πολύ και να το σμιλέψει.
Γι’ αυτό γράφουμε πάντοτε σβήνοντας. Και επιτρέψτε μου να κάμω μια παραίνεση μ’ ένα δικό μου στίχο: «Να γράφεις σβήνοντας λίγο λίγο τον εγωισμό σου». Γιατί το δραματικό του δημιουργού είναι ότι εγκλωβίζεται στην αγωνία για ανέλιξη και καταξίωση. Στην παγίδα της ψευδαίσθησης ότι γινόμαστε αθάνατοι και στην έλξη της ματαιοδοξίας η οποία έχει επέμβει σε κάθε μορφή τέχνης και εκτροχιάζει το αληθινό ζητούμενο, που είναι το μήνυμα, η ουτοπία, η ποιητική στάση ζωής.
Όμως δεν είμαστε παρά, μικρά χαμομηλάκια στα αχειροποίητα χέρια του σύμπαντος που μας χαρίστηκε η ευλογία να μιλούμε σε λίγες λέξεις το τεράστιο κεφάλαιο της ζωής.
Ο δρόμος της ποίησης είναι μακρύς κι ανηφορικός και δεν κατακτιέται εύκολα. Προχωρώντας βρίσκουμε μέσα μας τον άνθρωπο.
Θεωρώ ότι, γράφει κανείς για να βρει την αλήθεια μέσα του κι ακόμα, ότι από την πραγματική ποίηση, γεννιέται πάντα ένα μάθημα ηθικής για ότι κι αν μιλεί.
Αγαπητοί διαγωνιζόμενοι θέλω να σας πω, ότι η μεγαλύτερη ομορφιά είναι το ΕΜΕΙΣ των ποιητικών αγώνων. Είναι αυτό το μάθημα ηθικής που πρέπει να βιώσει κανείς. Την συμμετοχή που είναι ένα σκαλοπάτι στο φως της ποίησης.
Ειδικά σε τούτον το χώρο που φυσάει μέσα μας το Δελφικό φως. Η ποίηση δεν είναι φιέστα. Είναι γιορτή. Που σημαίνει θεία κοινωνία των νοημάτων που φέρουν οι λέξεις βγαλμένες από τα έγκατα του ελληνικού λόγου. Αυτή τη γιορτή πρεσβεύουν οι ποιητικοί αγώνες συνεχίζοντας να τελούνται στο πνεύμα της Δελφικής ιερότητας του λόγου με το έπαθλο της δάφνης και του αδιάβλητου.
Πιστεύω στην αρχή της φράσης του Ο. Ελύτη “αδωροδόκητος δοκίμαζε”. Σας εύχομαι αυτό τον δρόμο.
Όσον αφορά τις βραβεύσεις, θα ‘θελα να εκφράσω την πεποίθησή μου, ότι, εγγυητής του ονόματός μας δεν είναι ο άλλος, αλλά εμείς οι ίδιοι με τη συνεχή προσπάθεια για την αυτογνωσία μας.
Η δημιουργία δικαιώνεται από μόνη της, πέρα από διακρίσεις και χειροκροτήματα. Δικαιώνεται, όταν το νόημά της, βρίσκει την αναλογία του, στο επίπεδο των ανθρωπίνων σχέσεων και το χρόνο. Με το χρέος που φέρει καθένας από το δικό του αποτύπωμα, να αποτρέπει την εκτροπή των εννοιών, να φυλάσσει το εργαστήρι της αγάπης.
Συγχαρητήρια λοιπόν στους συμμετέχοντες. Όλες οι συμμετοχές ήταν πολλές ψηφίδες ποίησης και ανθρώπινης ζεστασιάς και κυρίως ελπίδας, όταν γύρω μας βρίσκονται σε διαρκή υποχώρηση τα πάντα.
Ζούμε παγκόσμια μια τραγωδία δίχως κάθαρση. Πορευόμαστε στην έρημο του ανθρώπου. Ακίνητοι, μπροστά σε χωματερές οθόνες, καθώς απροκάλυπτα γίνεται πια, συστηματική επέμβαση πάνω στις δυνάμεις που γονιμοποιούν τις αυριανές αξίες. Το στοίχημα αφορά κυρίως τους νέους, που η εποχή, τους έλαχε, να βρίσκονται στο τέλος των επαναστάσεων, στην κυριαρχία του εικονικού, στο έλεος του πόνου που υποθηκεύει ελπίδες και αγέννητες ζωές.
Η ανθρωπιά άστεγη περιφέρεται σε κατειλημμένες ευαισθησίες
Άνωθεν εντολή ξεριζώνει τα αισθήματα
με τη μέθοδο της ανάγκης
Της καρδιάς το Ευαγγέλιο στη λάσπη
Ο πόλεμος μετράει λάφυρα κίβδηλων ψηφισμάτων
Ασύμμετρες συνέπειες
μπαινοβγαίνουν στις μισάνοιχτες συνειδήσεις
Οι μέρες δεν μοσκοβολούν
Λέξεις ωμές ονομάζουν το μέλλον
Ειρηνοποιοί αλαλάζοντες νίπτουν τα χέρια
στη Μεγάλη Παρασκευή των αθώων
Μόνη καταφυγή, η σκέψη και η μνήμη.
Η Ποίηση διεκδικεί το μερίδιο της φωνής της.
Κοιτάζεται στο δικό μας καθρέφτη, δακρύζοντας με το αχειροποίητο θαύμα μιας γέννησης, το ανέκκλητο του θανάτου, το μυστήριο ενός έρωτα.
Σπαράζει με τον ακατάσχετο πόνο όπου γης.
Κοινωνείται στην Αισχύλεια σιωπή της ανισότητας.
Εγείρει τις ανεπίδοτες κραυγές προς την ύβρη.
Ικετεύει ένα ναι που παραμυθεί. Ένα όχι που σώζει.
Ελπίζει, να μιληθούν οι πολύτιμες λέξεις, όταν ματώνουν οι βεβαιότητες και θριαμβολογεί η απάτη.
Όταν ο κόσμος σωπαίνει, γιατί παρά την ασύλληπτη τεχνολογία μεγάλωσαν οι αποστάσεις μέχρι το συνάνθρωπο, μας φωνάζει:
Να Αγκαλιάσουμε τους Δελφούς και τον Όμηρο
Να μαρτυρήσουμε τη σπουδή του καλού
Να οικειωθούμε το αλώβητο
στους καιρούς της απόλυτης σκλαβιάς
στους καιρούς των ατελέσφορων αιμάτων,
σε μια ζωή γεμάτη πληγωμένες προσδοκίες που τη διαχειρίζονται παγκόσμια, πρόσωπα δίχως ηθική, δίχως αναστολές, δίχως του Λόγου το Φως. Η ποίηση, στο διαχρονικό της προορισμό, μας καλεί να συναντηθούμε σ’ αυτό, ακριβώς το φως. Που, για να φωτίσει τα πράγματα χρειάζεται ν’ ανάψουμε τις ψυχές μας.
Σας ευχαριστώ
Μαρία Σκουρολιάκου